Serendipity [Σερεντίπιτυ] είναι, σύμφωνα με το The Concise Oxford Dictionary – 9th EDITION, «H ευχέρεια να κάνεις ευτυχείς και απρόσμενες ανακαλύψεις από σύμπτωση» ή, όπως αναφέρει το Merriam – Webster Dictionary, «Tο χάρισμα να βρίσκεις πολύτιμα ή ευχάριστα πράγματα που δεν έψαχνες». Και τα δύο λεξικά, αναφέρουν ότι η λέξη αποθησαυρίστηκε, στην αγγλική γλώσσα, από τον Oράτιο Γουόλπολ το 1754.


Ο Horace Walpole (1717–1797), σε ένα γράμμα που έστειλε σε κάποιο φίλο του στις 28/01/1754, αναφέρεται σε ένα παραμύθι που διάβασε. Το παραμύθι αυτό, όπως λέει ο Οράτιος στο γράμμα του, γράφτηκε στην Κεϋλάνη τον 5ο μ.Χ. αιώνα με τον τίτλο: «The three Princes of Serendip». Mεταξύ άλλων γράφει: «Οι τρεις πρίγκιπες από το Σερεντίπ ταξιδεύοντας ανακάλυπταν συνέχεια από σύμπτωση πράγματα που δεν είχαν αναζητήσει...».
«Σερεντίπ» είναι το αρχαίο όνομα της Κεϋλάνης, η οποία από το 1972 ονομάζεται Σρι-Λάνκα.



ΠΗΓΗ: http://www.paramithas.gr/